Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009

ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΕΣ :Αρα κριντει ψιχα θκαμας 2


Κ
καρκαμπίλα ήλιος καυτός
κουρλόθκα πνίγηκα
κουγκλιέμαι κάνω τούμπες
καρδάρα μεταλλικός κουβάς για το γάλα
καουνι πεπονι



κοκονάκι οταν κάποιος κάθεται με λυγισμένα τα γόνατα.
κοσιά τό δρεπάνι
κρένω μιλάω
κατσούλα η κουκούλα,από πανοφώρι
καρκαριέμαι γελάω δυνατά
καρβουνιάστηκε κάηκε εντελώς
κριτσίλωσε στράβωσε (τόσο που έγινε σχεδόν κόμπος)
κοκόσιες καρύδες
κλαπατσίγκανα όργανα, ορχήστρα
τσιτσα μούσκεμα
καρκαλοϊτό ανακοίνωση νέου αυγού από την κότα
κουρκλίεμαι κάνω τούμπες, στριφογυρνάω
κουμάσι γουρουνόσπιτο(παλιάνθρωπος)
καταψιά γουλιά ή μπουκια
καρυδώνω πνίγω (θα τ'καρυδώσω)
λάιος μαύρος
(γ)λαρωνω ησυχαζω
λαβίδα κουτάλι
Λιάρδα φσέκι, μεθώ
λάκσα (πλυθ. λακίσαμαν) πήρα δρόμο, έφυγα τρέχοντας


M

μαντρί στάβλος
μαρκούτσ Ξύλο, αντικό όργανο, κάτι που δεν ξέρω πως δουλεύει, τηλεκοντρόλ (φέρ'το μαρκούτσ)
ματουγϊάλια γυαλιά οράσεως
ματσλάω μασάω
μουλοκάναρο τό αποτέλεσμα ζευγαρώματος, ανάμεσα σ'ένα στραγαλίνι κι ένα καναρίνι
μπαϊλσιά ζαλάδα
μπαϊλσα ζαλίστηκα
μπακακάκι βατραχάκι
μπακανιάρικο τό παιδί,πού εχει πρησμένη κοιλιά
μπακάνιασα πρήστηκα, από το πολύ νερό, ποτό
μπακατσέλη μπακακάκι
μπακτσές τό χωράφι κηπος
μπζιάνα βατράχι - vampire μεγάλου μεγέθους που πίνει αίμα από πρόβατα
μπλετσιανάω πλατσουρίζω ή κάνω μπάνιο σε ρηχά νερά
μπολιάζω εμβολιάζω
μπουρμπούτσιαλο ειδος καρπου μαυρος
μπομπότα τό ψωμί από καλαμπόκι
μπραστ έφυγε γρήγορα
μσαφιραίοι επισκέπτες
μουτσούνα μούρη
μπουχαρής καμινάδα
μόσκιδα μοσχάρι θυληκο
μαρκαλάω κάνω sex
ματζαφλάρ κάτι μακρύ)
μπασκίνας χωροφύλακας
μπούγλα τενεκές
τον μούτεψα τον διέλυσα


Ν
νταούλιασε μέθησε
ντζιοπάνς γιδοβοσκός (γκλίτσμαν)
νταβλαρώθκα έπεσα κάτω ή ξάπλωσα απότομα


Ξ
ξαποστάζω ξεκουράζομαι
ξιμπλιέτσοτο γυμνό
ξιτσαουλιάστκα μου έφυγε το στόμα μου έφυγε το σαγόνι
ξεντραχτώθκα διαλυθηκα
ξεσκλιάζω σκίζω
ξεσκανταλίσκει απορυθμίστηκε
ξίκι να γένει κομάτια να γίνει
ξιετε Ξύνεται (Ο Στέφανος ξιετε στμπλατ γιατί τουν έφαε ντάβανος)


Ο
Ούι θαυμασμός


Π

πριτσιαλάω κάνω sex
πριτσαλίστκα κάηκα

πΟΥτσαρας αγορι (αντίθετο τσουπρα=κοριτσι)
πρατίνα προβατίνα
πσλά ψηλά
πλακόφωνο πικάπ
πράματα τά πρόβατα
πετσί επιδερμίδα, δερμα σύνταξη με πετσί (πετσώνω=καλύπτω επιφάνεια αλλα και κάνω sex,
ποστιάζω βαζω το ένα πάνω στο άλλο
προφάν τό καλαμάκι(μέ αυτό πού ρουφάν)
πααίνω πάω στα...
πθαμή παλάμη


Ρ

αγριβέλαξα κλάμα και ουρλιαχτό στην ίδια κραυγή (στούμπσα το δάχλο=αιτία για βέλασμα)
ρόκα καλαμπόκι



Σ
σβόηρας - ζωηρόςε

σκαφίδι μεγαλη λεκάνη
σαλιβάρι φερετζές για ζώα(προς αποφυγή δαγκώματος)
σφουγγάω σκουπίζω
σαρμανίτσα κούνια
σκλέντζα είδος παιχνίδιου
σιούγκρα τον σκουντησέ τον
σαχλά χαζά
με σιούρξε ξεπάγιασα


Τ
τσαρναράει στάζει - τρέχει νερό
τράω κοιτάζω
τσιοκανάω ευνουχίζω
τσακμάκι αναπτήρας(περίπου))
τίγκα γεμάτο όσο δεν παίρνει άλλο
τσίφλια(τα) μάτια
τσιαούλια σαγόνι


Φ
φαρμακώθκα στεναχωρήθηκα
φραστ γρήγορη κίνηση
φκιαρ’ το φτιάρι
φουλτακιασκα πήρα φωτιά
φσέκι Λιάρδα, μεθώ χορταμενος


Χ
χλιάρ κουτάλι
χαλεύω ζητάω
τσ'χάλεψα ψουμάκι = της ζήτησα φαγητό
τσ'χάλεψα **ί = της ζήτησα να κάνουμε έρωτα
χάθκαμαν χαθήκαμε

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

ΜΠΕΣ ΣΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

 
Design by Wordpress Theme | Bloggerized by Free Blogger Templates | coupon codes